Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Δάγκουλας, ο 'δράκος' της Θεσσαλονίκης

Η Πασχαλίνα Οικονόμου, η επονομαζόμενη "ταχυδρόμος της ελευθερίας", πέθανε σε ηλικία 100 ετών, τιμημένη με παράσημο ως μακεδονομάχος. Υπό το "βάρος" της πατριωτικής παράδοσης της οικογένειας του φαίνεται πως ο Δημήτριος Οικονόμου, ο μικρότερος αδελφός του Αλέξανδρου, επέλεξε να ενταχθεί στην Χωροφυλακή. Άγνωστοι λόγοι τον οδήγησαν γρήγορα σε παραίτηση. Κατόπιν άσκησε το επάγγελμα του υποδηματοποιού, αλλά όταν τα οικονομικά του δυσκόλεψαν, επέστρεψε στην Χωροφυλακή, το 1924. Υπηρέτησε στην Ειδική Ασφάλεια Θεσσαλονίκης με τον βαθμό του ανθυπασπιστή. Σύμφωνα με τον Αλέξανδρο Δάγκα, "ο ανθυπασπιστής Δημήτριος Οικονόμου ήταν ο ικανότερος, κατά γενική ομολογία, μυστικός αστυνομικός της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης. Ήταν πασίγνωστος με το παρωνύμιο Παπάς."

Σε μία από τις επιχειρήσεις της στην περιοχή της Αγίας Σοφίας, το 1925, η Ειδική Ασφάλεια συνέλαβε τον Νίκο Ζαχαριάδη. Τη μεταφορά του προς τα γραφεία της Ειδικής Ασφάλειας, στην οδό Πολωνίας, ανέλαβε ο Δημήτριος Οικονόμου.

Ο τελευταίος ήταν ενδεδυμένος, όπως όριζε ο κώδικας του καθώς πρέπει αστυνομικού της Ασφάλειας, με κουστούμι και καλογυαλισμένα παπούτσια, και το ντύσιμο αυτό αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ο Ζαχαριάδης για να επιχειρήσει να αποδράσει. Στη διάρκεια της διαδρομής, υποκρινόμενος ότι ενδιαφέρεται για την ενδυμασία του συνοδού του, του πρότεινε να μην είναι από την εξωτερική πλευρά του δρόμου εκτεθειμένος στα χώματα και τα νερά, και να αλλάξουν θέσεις. Άγνωστο γιατί, ο Οικονόμου δέχτηκε την πρόταση.

Φτάνοντας πάνω από την κατακόμβη της εκκλησίας του Αη-Γιάννη, ο Ζαχαριάδης τον έσπρωξε, ρίχνοντας τον από μεγάλο ύψος. Εκμεταλλευόμενος την πτώση του "συνοδού" του, έσπευσε να διαφύγει. Λόγω της σοβαρότητας του τραυματισμού του, ο Οικονόμου έμεινε για μεγάλο διάστημα νοσηλευόμενος στο στρατιωτικό νοσοκομείο. Το "ατύχημα" αυτό του άφησε μόνιμο κινητικό πρόβλημα στα κάτω άκρα. Τα μέλη του ΚΚΕ, που τον αποκαλούσαν "Παπά", θα του προσθέσουν και το παρατσούκλι "ο Κουτσός". Στην αναπηρία του οφείλεται, εκτός άλλων, το μεγάλο μένος για τους κομμουνιστές. Στα επόμενα χρόνια, δεν παρέλειψε να κακοποιεί τους συλληφθέντες κομμουνιστές εργάτες. Το 1928 το Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης δεν θα διστάσει να απειλήσει προσωπικά τον Παπά αλλά και τους μυστικούς της Ειδικής Ασφάλειας, οι οποίοι παρακολουθούσαν τις δραστηριότητες των εργατών. Η απειλή, τελικά, πραγματοποιήθηκε, και πολλοί άνδρες της Ειδικής Ασφάλειας ξυλοκοπήθηκαν, μετά τον εντοπισμό τους μέσα σε συγκεντρώσεις. Εξαιτίας της αναπηρίας του, ο Οικονόμου απολύθηκε από την Χωροφυλακή. Η γερμανική κατοχή τον βρήκε να ασκεί το επάγγελμα του υποδηματοποιού, βιώνοντας καθημερινά τον φόβο για πιθανή αντεκδίκηση εκ μέρους μελών του ΚΚΕ για τη σύλληψη του Ζαχαριάδη και τη δράση του ως στέλεχος της Ειδικής Ασφάλειας.

Το παραπάνω απόσπασμα (σελ. 66-67) από το βιβλίο του Ανδρέα Βενιανάκη "Δάγκουλας, ο 'δράκος' της Θεσσαλονίκης" (Εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2016) δείχνει την πορεία μεταλλαγής ενός πατριώτη αστυνομικού σε συνεργάτη των Γερμανικών Δυνάμεων Κατοχής ... αλλά και την βασανιστική πορεία του συγγραφέα προς την αλήθεια -- όχι μόνο την 'εύκολη' αλήθεια των θυμάτων, αλλά και την 'δύσκολη' αλήθεια των θυτών, όχι μόνο την άνοδο των αγωνιστών προς τον δυσβάσταχτο μα κατανοητό θάνατο, μα και την κάθοδο των ταγματασφαλιτών στην ακατανόητη τυφλή βία. Ένας προς έναν παρελαύνουν οι Δαγκουλαίοι, φορτωμένοι με τα 'παράσημα' μιας συνήθως ασήμαντης ζωής, σκοτεινές λεπτομέρειες που μόνον ένας πολύ επίμονος ερευνητής θα μπορούσε κάπως να φωτίσει: για τα εγκλήματα τους υπάρχουν οι πρόθυμες μαρτυρίες των συγγενών και φίλων των θυμάτων, για τις ζωές που οδήγησαν στα εγκλήματα αυτά και στην απροκάλυπτη συνεργασία με τον κατακτητή λίγοι θα ήθελαν να μιλήσουν...

Ένα κοινό δραματικό στοιχείο στην πορεία πολλών Δαγκουλαίων είναι η κατάληξη από μία βαθμιαία μη ελεγχόμενη από τον κατακτητή και κυριαρχούμενη από την Αντίσταση ύπαιθρο στην 'φτωχομάνα' Θεσσαλονίκη (της οποίας η κατασκότεινη πλευρά φωτίζεται άπλετα από τον συγγραφέα παρά την πάροδο των δεκαετιών): όσο στένευαν τα τοπικά αλλά και χρονικά περιθώρια, όσο δυσκόλευε η όποια δυνατότητα απόκρυψης ή αναστροφής των πράξεων τους, τόσο περισσότερο η τυφλή, απεγνωσμένη βία αποτελούσε μονόδρομο και φαύλο κύκλο. Χωρίς να προβάλλεται ιδιαίτερα από τον συγγραφέα, η απελπισία των θυτών προβάλλει ανάγλυφη μέσα από τις συγκλονιστικά λεπτομερείς ιστορίες του βιβλίου του, μέσα από τις διασκεδάσεις των εκτελεστών ύστερα από τις ομαδικές εκτελέσεις, μέσα από τους εύκολους και εφήμερους θριάμβους τους: γνώριζαν κατά βάθος ότι η εξουσία τους γρήγορα θα τελείωνε, ότι οδός διαφυγής δεν θα υπήρχε -- ότι οι πράξεις τους θα συγχωρούνταν σε μεγάλο βαθμό από το (μετ)εμφυλιακό κράτος, όπως επίσης τεκμηριώνεται στο βιβλίο, δεν ήταν εύκολο να το γνωρίζουν την στιγμή της δράσης -- και ότι έπρεπε επομένως να απολαύσουν την ακραία ισχύ τους όσο υπήρχε.

Από τις πολλές ιστορίες του βιβλίου ξεχωρίζω τις δολοφονίες του δικηγόρου Αθανάσιου Φείδα (Μάρτιος 1944, σελ. 131-133) και του μαθηματικού Ιωακείμ Αλεξιάδη (Ιούλιος 1944, σελ. 167-169), αλλά και την εκτέλεση του αρχιδαγκουλαίου Γιώργου Σαμαρά ... από τους άνδρες του συνεργάτη των Γερμανών Κισά-Μπατσάκ στις 9 Οκτωβρίου 1944 (σελ. 79-80). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι πρώιμες απόπειρες εξόντωσης του Δάγκουλα είτε από δικούς του ανθρώπους είτε από Γερμανούς (!) αντιστασιακούς (σελ. 123-124). Ακόμη, το μπλόκο της Καλαμαριάς (13 Αυγούστου 1944, σελ. 180-192), το τέλος του Δάγκουλα και της ομάδας του (σελ. 226-238), ο τρόπος που απέφυγαν την τιμωρία κάποιοι Δαγκουλαίοι όπως ο Δημήτριος Οικονόμου, κλπ

... Ρώτησα τον Ανδρέα ... γιατί αφού πήρε πληροφορίες από τόσους ανθρώπους ... είμαι ένας από τους πέντε που "βοήθησαν με τον τρόπο τους" και που ευχαριστεί ονομαστικά στον πρόλογο ... και αφοπλιστικά απάντησε "γιατί ξαναγύρισες", υπονοώντας ότι του τηλεφώνησα ή του έγραψα μετά την πρώτη συνάντηση μας, διαρκείας τεσσεράμισυ ωρών (καφενείο "Άλφα", 22-11-2012) ... όπου του έδειξα διάφορα έγγραφα σχετιζόμενα με την ιστορία του πατέρα μου Χρήστου Μπαλόγλου και των αδελφών του, που έχει επίσης συζητηθεί στο Όμηρος 32356. Σύμφωνα και με την κατάθεση του θείου μου Περικλή Μπαλόγλου στον Λοχαγό Παπαϊωάννου (17 Μαΐου 1945):

την 20η Απριλίου 1944 και ώρα 01.30 ήρθαν στο σπίτι μας 8-10 Έλληνες και Γερμανοί μεταξύ των οποίων και ο Δάγκουλας και ο Γεώργιος Σαμαράς Βούλγαρος εκ Γουμένισσας ο οποίος φονεύτηκε αργότερα. Αυτοί αναζητούσαν εμένα αλλά συνέλαβαν και τον αδελφό μου Βύρων Μπαλόγλου και Χρήστο Μπαλόγλου και μας μετέφεραν στο ξενοδοχείο Ανατολική Μακεδονία

Η παραπάνω μαρτυρία περιέχεται στην υποσημείωση 147, σελίδα 62: υπάρχουν συνολικά 1076 υποσημειώσεις σε 240 σελίδες κειμένου, τεκμηριώνοντας την πάλη του συγγραφέα με τα αρχεία και τις μαρτυρίες. Ο Ανδρέας δεν είναι ιστορικός με πτυχίο, 'σπούδασε' όμως Ιστορία γράφοντας το βιβλίο του, και κέρδισε την εκτίμηση ιστορικών όπως ο Στράτος Δορδανάς και ο Βάιος Καλογριάς (που προλογίζουν τον "Δάγκουλα"). Θεωρώ ότι είναι ιδιαίτερα αντικειμενικός, και σε καμιά περίπτωση στρατευμένος -- μια γρήγορη ανάγνωση της σελίδας 38, όπου καταγράφονται οι εμπειρίες του Δάγκουλα στην φυλακή του ΕΛΑΣ στον Πεντάλοφο Κοζάνης, αρκεί...

Τελειώνω με την ανέκδοτη μαρτυρία ενός πιο μακρινού μου θείου (Alexander Amarilios), που είχε την καλοσύνη να μοιραστεί μαζί μου (Ιούλιος 2016) ... και που δείχνει πόσο κινδύνευαν από την ανεξέλεγκτη βία των Δαγκουλαίων -- ή και 'συγγενών' ομάδων -- ακόμη και άνθρωποι που δεν είχαν καμία σχέση με την ευρέως εννοούμενη Αριστερά (κάτι που επίσης τεκμηριώνουν τα κατά των ταγματασφαλιτών άρθρα του παραδοσιακά δεξιού "Ελληνικού Βορρά" του 1945 όπου ευρέως παραπέμπει ο Ανδρέας):

Προσωπικά είχα μια περιπέτεια με τα τάγματα ασφαλείας (η κάποια παρόμοια παραστρατιωτική οργάνωση των Γερμανών) το καλοκαίρι του 1944. Τότε κατ΄ εντολή του αφεντικού μου Σέφελ, που ήταν πρόξενος της Γερμανίας στον Βόλο και προφανώς ήξερε για την αναμενόμενη αποχώρηση των Γερμανών, πήγα με την μοτοσυκλέτα μου στην αποξηραμένη λίμνη των Γιαννιτσών όπου αλωνιστικές μηχανές της εταιρίας μας αλώνιζαν τα σιτάρια των χωρικών του Κολυνδρού που είχαν τα χωράφια τους εκεί, για να διατάξω τους μηχανικούς να γυρίσουν αμέσως τα μηχανήματα στην Θεσσαλονίκη. Αυτοί αμέσως ετοίμασαν τις αλωνιστικές να φύγουν. Ενώ αυτοί έφευγαν προς Θεσσαλονίκη μία ομάδα ενόπλων εμφανίστηκε και με διέταξε να πάω αμέσως στον Κολυνδρό και με ακολούθησαν με το αυτοκίνητό τους. Μόλις φθάσαμε στο χωριό με σπρώξανε σ’ ένα δωμάτιο της δημαρχίας λέγοντας ότι συλλαμβάνομαι γιατί τους εγκατέλειψα στη μέση της συγκομιδής τους, πράγμα που ήταν  κάπως ευνόητο. Με κράτησαν  εκεί μερικές ώρες, οπότε ήρθε ένας από τους χωριάτες  που τον ήξερα από πριν, μου άνοιξε την πόρτα και μου είπε να φύγω αμέσως και γρήγορα.

Αργότερα όταν έφυγαν οι Γερμανοί συνάντησα τον ίδιο  χωριάτη στο δρόμο στη Θεσσαλονίκη όπου μου εξήγησε ότι θα με σκότωναν αλλά γλύτωσα επειδή ήμουν υπάλληλος του Σέφελ που όπως έγραψα  παραπάνω ήταν τότε Γερμανός πρόξενος στο Βόλο και το θεώρησαν μη σοφό. Επίσης μου είπε ότι είχαν πάρει στο κατόπι τις μηχανές μας  αλλά δεν τις πρόλαβαν πριν περάσουν τον Λουδία, όπου τελείωνε η δικαιοδοσία τους .  Και έτσι έμεινα με την λαχτάρα.  Αργότερα όταν έφυγαν οι Γερμανοί μας επίταξαν τα τρακτέρ μας οι ελασίτες που αναγκάστηκαν να τα εγκαταλείψουν στο δημόσιο δρόμο για το Κιλκίς επειδή έμειναν από πετρέλαιο και όπου τα βρήκαν οι Εγγλέζοι που μας ειδοποίησαν να πάμε να τα πάρομε.

[Η επίσημη παρουσίαση του βιβλίου του Ανδρέα Βενιανάκη θα γίνει στις 11 Οκτωβρίου, ενώ κριτικές έχουν ήδη γραφτεί στην Εφημερίδα των Συντακτών και στην Vivlioniki.]